Ο εκλεγμένος πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, αναλαμβάνει τα καθήκοντά του στις 20 Ιανουαρίου, αλλά δεν έχει ακόμη διατυπώσει δημόσια την πολιτική του για την Ουκρανία. Ωστόσο, προηγούμενες δηλώσεις του εγείρουν ερωτήματα για το εάν οι Ηνωμένες Πολιτείες θα συνεχίσουν να είναι ο μεγαλύτερος στρατιωτικός υποστηρικτής του Κιέβου.

Ο Ουκρανός πρόεδρος, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, σε τηλεοπτική του συνέντευξη τόνισε ότι ο Τραμπ είναι «ισχυρός και απρόβλεπτος», γεγονός που μπορεί να διαδραματίσει ρόλο στην πολιτική του προσέγγιση απέναντι στη ρωσική εισβολή. Παρόλα αυτά, απέρριψε την προεκλογική δήλωση του Τραμπ ότι θα μπορούσε να τερματίσει τον πόλεμο μέσα σε μια μέρα, λέγοντας πως «το “καυτό” στάδιο του πολέμου μπορεί να τελειώσει σχετικά γρήγορα, εάν ο Τραμπ είναι ισχυρός στη θέση του».

Ο Ζελένσκι έχει ήδη συναντηθεί με τον Τραμπ στη Νέα Υόρκη πριν τις εκλογές και επιδιώκει διαβεβαιώσεις ότι η Ουάσινγκτον θα συνεχίσει να στηρίζει την Ουκρανία. Ο πόλεμος εισέρχεται στον τέταρτο χρόνο του και η Ρωσία εξακολουθεί να ελέγχει το 20% της ουκρανικής επικράτειας, ενώ το Κίεβο βασίζεται στη δυτική βοήθεια για να συνεχίσει την αντίστασή του.

Ο Τραμπ φέρεται να αντέδρασε θετικά στην πρόταση του Γάλλου προέδρου, Εμανουέλ Μακρόν, για ανάπτυξη δυτικών ειρηνευτικών δυνάμεων στην Ουκρανία, αλλά ο Ζελένσκι ζήτησε σαφήνεια σχετικά με τις χώρες που θα συμμετάσχουν και τον ρόλο των ΗΠΑ.

Ο Ουκρανός ηγέτης παραμένει προσηλωμένος στον στόχο ένταξης της χώρας του στο ΝΑΤΟ, παρά το γεγονός ότι η Συμμαχία έχει καταστήσει σαφές πως αυτό δεν μπορεί να συμβεί όσο διαρκεί ο πόλεμος. «Η ανάπτυξη ευρωπαϊκών στρατευμάτων για τη διατήρηση της ειρήνης δεν πρέπει να αποκλείει το μέλλον της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ», υπογράμμισε.

Επιπλέον, χαρακτήρισε την ουκρανική επίθεση στη ρωσική συνοριακή περιοχή Κουρσκ ως «ισχυρό ατού» για μελλοντικές ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις, υποστηρίζοντας ότι η κατοχή μέρους της περιοχής από τον ουκρανικό στρατό ήταν ένα σημαντικό πλήγμα για τη στρατιωτική εικόνα της Ρωσίας στη διεθνή σκηνή.