Μετά από δύο δεκαετίες διαπραγματεύσεων, η Ευρωπαϊκή Ένωση και οι χώρες του Mercosur – Αργεντινή, Βραζιλία, Παραγουάη και Ουρουγουάη – ανακοίνωσαν τη σύναψη μιας φιλόδοξης εμπορικής συμφωνίας. Αυτή η συμφωνία, που καλύπτει μια αγορά 780 εκατομμυρίων ανθρώπων, αποτελεί σημαντικό ορόσημο στις σχέσεις Ευρώπης και Λατινικής Αμερικής. Παρόλα αυτά, η εφαρμογή της παραμένει αβέβαιη, καθώς απαιτεί επικύρωση από όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ.
Η Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν χαρακτήρισε τη συμφωνία «ιστορικό ορόσημο» και υπογράμμισε την ισορροπημένη φύση της, σημειώνοντας την οικονομική και γεωπολιτική σημασία της. Ωστόσο, η αντιπαράθεση εντός της ΕΕ έχει ήδη ξεκινήσει, με χώρες όπως η Γαλλία και η Πολωνία να ηγούνται της αντίθεσης, κυρίως λόγω ανησυχιών για την προστασία των αγροτών και του ανταγωνισμού από εισαγωγές.
Η Γαλλία προσπαθεί να διαμορφώσει έναν συνασπισμό κρατών κατά της συμφωνίας, επικαλούμενη περιβαλλοντικές ανησυχίες και τις επιπτώσεις στον γεωργικό τομέα. Η Ιταλία, αν και διστακτική, άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο υποστήριξης εφόσον διασφαλιστούν συγκεκριμένες εγγυήσεις για τους αγρότες της. Οι στάσεις χωρών όπως η Ιρλανδία, η Ολλανδία και η Αυστρία παραμένουν ασαφείς.
Από την πλευρά τους, οι υποστηρικτές της συμφωνίας τονίζουν ότι θα δημιουργήσει νέες ευκαιρίες για ευρωπαϊκές επιχειρήσεις και θα ενισχύσει την ευρωπαϊκή επιρροή στη Λατινική Αμερική, σε μια περίοδο που η Κίνα διευρύνει τη διπλωματική και οικονομική της παρουσία στην περιοχή. Παρόλα αυτά, αναγνωρίζουν ότι η «τελική πολιτική συμφωνία» αποτελεί μόνο το πρώτο βήμα πριν από μια μακρά διαδικασία επικύρωσης και εφαρμογής.
Η γαλλική αντίθεση στη συμφωνία έρχεται σε μια κρίσιμη στιγμή για τον Πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν, ο οποίος διαχειρίζεται εσωτερικές πολιτικές πιέσεις μετά την πτώση της κυβέρνησης του πρωθυπουργού Μισέλ Μπαρνιέ. Η στάση της Γαλλίας αντικατοπτρίζει τις ανησυχίες για την εθνική γεωργική πολιτική και τις επιπτώσεις των νέων εμπορικών συνθηκών.
Η συμφωνία ΕΕ-Mercosur, αν και πολλά υποσχόμενη, κινδυνεύει να παγιδευτεί σε γεωπολιτικές και εσωτερικές πολιτικές αντιπαραθέσεις, αναδεικνύοντας τις δυσκολίες στην εξισορρόπηση εμπορικών συμφερόντων και κοινωνικών ανησυχιών.