Η Δύση είχε συνηθίσει σε μπουνάτσες. Είχε το ΝΑΤΟ για τα δύσκολα, την ΕΕ για τις λεπτές ισορροπίες, και ένα γεωπολιτικό GPS που για δεκαετίες τη βοηθούσε να αποφεύγει τα βράχια. Όταν έπεφτε καμιά μπόρα, συντονιζόταν στον ασύρματο, έσφιγγαν τα δόντια οι καπετάνιοι των συμμαχικών χωρών και τελικά η φρεγάτα της δημοκρατίας έβγαινε στα ανοιχτά, σχεδόν αλώβητη. Αυτό, όμως, που ζούμε από τη στιγμή που ο Ντόναλντ Τραμπ ξαναμπήκε στο κατάστρωμα του Λευκού Οίκου, δεν θυμίζει μπόρα. Είναι κανονική καταιγίδα — από αυτές που τα νερά μπαίνουν από παντού, το GPS καίγεται, και η πυξίδα τρελαίνεται.
Οι κεραυνοί από την άλλοτε ναυαρχίδα της Δύσης —την Ουάσιγκτον— δεν σταματούν. Κάθε εβδομάδα και μια πρόσκρουση. Κάθε δήλωση και μια ανατροπή πορείας. Και κάπως έτσι, οι καπετάνιοι των ευρωπαϊκών κρατών καλούνται όχι απλώς να κρατήσουν τη ρότα αλλά και να βρουν νέο κώδικα επικοινωνίας με τον ασύρματο της υπερατλαντικής συμμάχου. Το πρόβλημα; Ο ασύρματος εκπέμπει σε άλλη συχνότητα. Και καμιά φορά δίνει εντολές αντίθετες με την κατεύθυνση του ανέμου.
Ο στόλος, μέσα στην αναμπουμπούλα, ψάχνει νέο ναύαρχο. Ή έστω ένα σημείο αναφοράς. Κάποιοι κοιτάζουν με λαχτάρα προς το Παρίσι. Η Γαλλία πάντα αγαπούσε τη θάλασσα, είχε παράδοση στις αποστολές, και τώρα δείχνει διαθέσιμη να πιάσει το τιμόνι. Όμως ο Μακρόν έχει δύο χρόνια ημερομηνία λήξης στο πηδάλιο, κι αυτό στις ναυτικές αποστολές μετράει — ποιος εμπιστεύεται καπετάνιο που ετοιμάζει βαλίτσες; Κι όσο για το «μπαλαούρο» της Μαρίν Λεπέν, μπορεί να δείχνει αποφασιστικότητα, αλλά όλοι ξέρουν πως το πλήρωμα, δηλαδή ο λαός, έχει τον τελευταίο λόγο — κι αυτός δεν είναι πάντα προβλέψιμος.
Το Ηνωμένο Βασίλειο, που παλιότερα θα μπορούσε να έχει σηκώσει το λάβαρο της ηγεσίας, έχει κατεβάσει πανιά. Η αποχώρησή του από την ευρωπαϊκή οικογένεια φάνηκε τώρα πόσο κοστίζει. Μπορεί να μην είναι πια στο σαλόνι, αλλά τα παγκόσμια ύδατα είναι ακόμη δικά του. Και τώρα που το καράβι της ΕΕ κλυδωνίζεται, λείπει αυτή η επιπλέον πυξίδα.
Στο μεταξύ, οι αντίπαλοι στόλοι έχουν αλλάξει τακτική. Δεν χρειάζονται πια κανονιοφόρους· επενδύουν στον ψίθυρο και την αμφιβολία. Δεν στοχεύουν στα κατάρτια, αλλά στα πληρώματα. Εκεί όπου υπάρχει δυσαρέσκεια, φτάνει πρώτα η προπαγάνδα και μετά ο στασιασμός. Οι ευρωπαϊκές ηγεσίες ίσως εξοπλίζονται με drones και φρεγάτες, αλλά αν δεν φροντίσουν τα πληρώματα —τους λαούς δηλαδή— οι στόλοι τους κινδυνεύουν να περάσουν σε άλλα χέρια χωρίς να πέσει ούτε μια τουφεκιά.
Η Ευρώπη δείχνει να ξυπνά. Σιγά-σιγά, ξαναπιάνει τα τιμόνια, πατά πιο σταθερά στο κατάστρωμα. Αλλά χρειάζεται να καταλάβει ότι αν κάποιος χρειάζεται άμεση ενίσχυση, δεν είναι οι στρατοί της· είναι οι πολίτες της. Γιατί αν τα κονδύλια ρέουν για τα όπλα αλλά οι άνθρωποι νιώθουν ξεχασμένοι, τότε δεν μιλάμε για ενίσχυση άμυνας αλλά για προετοιμασία ήττας. Και όταν έρθει η ώρα της μεγάλης ναυμαχίας, δεν θα φταίνε οι εξοπλισμοί, αλλά οι καπετάνιοι που δεν πρόσεξαν ότι το πλήρωμα είχε ήδη αλλάξει πλευρά.