Η επίσκεψη του Γερμανού καγκελάριου Φρίντριχ Μερτς στην Άγκυρα σηματοδότησε μια νέα φάση στις σχέσεις Γερμανίας–Τουρκίας, με βασικό στόχο την ενίσχυση της αμυντικής συνεργασίας. Ήταν η πρώτη του επίσκεψη στην Τουρκία από την ανάληψη των καθηκόντων του και πραγματοποιήθηκε λίγο μετά την επίσκεψη του Βρετανού πρωθυπουργού Κιρ Στάρμερ. Στο επίκεντρο των συνομιλιών με τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν βρέθηκε η προμήθεια των μαχητικών Eurofighter, ζήτημα που είχε προκαλέσει στο παρελθόν εντάσεις, αλλά πλέον φαίνεται να προχωρά έπειτα από την άρση των γερμανικών επιφυλάξεων. Η κίνηση αυτή θεωρείται βήμα επανεκκίνησης του στρατηγικού διαλόγου μεταξύ των δύο χωρών.
Ο Φρίντριχ Μερτς τόνισε ότι η νέα γεωπολιτική πραγματικότητα απαιτεί στενότερη συνεργασία με την Τουρκία, την οποία χαρακτήρισε αναπόσπαστο παράγοντα για τη σταθερότητα της Ευρώπης και της Μέσης Ανατολής. Υπογράμμισε την πρόθεση της Γερμανίας να ενισχύσει τον στρατηγικό διάλογο σε ζητήματα άμυνας και ασφάλειας. Από την πλευρά του, ο Ερντογάν υποδέχθηκε θετικά τη νέα στάση του Βερολίνου, υπογραμμίζοντας πως οι δύο χώρες πρέπει να αφήσουν πίσω τους τα εμπόδια του παρελθόντος και να επικεντρωθούν σε κοινά έργα αμυντικής τεχνολογίας. Όπως σημείωσε, η Τουρκία διαθέτει πλέον ισχυρή αμυντική βιομηχανία που μπορεί να αποτελέσει πεδίο συνεργασίας με τη Γερμανία.
Η συζήτηση, ωστόσο, πήρε πιο έντονο τόνο όταν τέθηκε το θέμα της Γάζας. Ο Μερτς επανέλαβε ότι η Γερμανία στέκεται αταλάντευτα στο πλευρό του Ισραήλ και υποστηρίζει το δικαίωμά του στην αυτοάμυνα, επισημαίνοντας ταυτόχρονα πως η χώρα του δεν αποδέχεται άκριτα κάθε ενέργεια της ισραηλινής κυβέρνησης. Ο Τούρκος πρόεδρος αντέδρασε με σφοδρότητα, κατηγορώντας το Ισραήλ για υπέρμετρη χρήση βίας και επισημαίνοντας τον τεράστιο αριθμό αμάχων που έχουν χάσει τη ζωή τους. Παράλληλα, κατηγόρησε τη Γερμανία ότι αγνοεί την πραγματική διάσταση της καταστροφής στη Γάζα.
Σε σχέση με τις ευρωτουρκικές σχέσεις, ο Γερμανός καγκελάριος εξέφρασε την επιθυμία να δει την Τουρκία στην Ευρωπαϊκή Ένωση, επιμένοντας όμως ότι αυτό προϋποθέτει σεβασμό στα κριτήρια της Κοπεγχάγης και στο κράτος δικαίου. Ο Ερντογάν απάντησε πως η Τουρκία δεν έχει τίποτα να φοβηθεί από αυτά τα κριτήρια, τονίζοντας ότι διαθέτει «τα δικά της κριτήρια της Άγκυρας», που –όπως είπε– αντικατοπτρίζουν μια σύγχρονη, δημοκρατική και δυναμική χώρα. Οι δύο ηγέτες συζήτησαν επίσης για τη συνεργασία στο μεταναστευτικό, τις εξελίξεις στη Συρία και τον πόλεμο στην Ουκρανία, συμφωνώντας πως η διπλωματία και ο διάλογος παραμένουν τα βασικά μέσα για τη διατήρηση της περιφερειακής σταθερότητας.
