Η ουκρανική πολιτική σκηνή κλονίζεται από μια υπόθεση που φέρνει στο προσκήνιο το όνομα του Τιμούρ Μίντιτς, άλλοτε στενού συνεργάτη του προέδρου Βολοντίμιρ Ζελένσκι. Με διάταγμα που αναρτήθηκε από την προεδρία, ο Μίντιτς –μαζί με έναν ακόμη επιχειρηματία– τίθεται υπό καθεστώς κυρώσεων, οι οποίες περιλαμβάνουν δέσμευση περιουσιακών στοιχείων και περιορισμό οικονομικών δραστηριοτήτων.
Πριν εκδηλωθεί η κρίση, ο Μίντιτς ήταν γνωστός κυρίως από τη συμμετοχή του στην εταιρεία παραγωγής Kvartal 95, έναν χώρο όπου ο Ζελένσκι είχε αναδειχθεί ως καλλιτέχνης προτού ασχοληθεί με την πολιτική. Η αποχώρησή του από τη χώρα λίγο πριν έρθει στο φως το σκάνδαλο ενίσχυσε τις υποψίες γύρω από τον ρόλο που του αποδίδουν οι αρχές, τη δημιουργία ενός κυκλώματος μέσω του οποίου χάθηκαν περίπου 100 εκατομμύρια δολάρια που προορίζονταν για την ενίσχυση του ενεργειακού τομέα.
Η υπόθεση αυτή ξεσπά σε μια περίοδο όπου η Ουκρανία δεν μπορεί να αντέξει επιπλέον αποσταθεροποίηση. Οι αλλεπάλληλες ρωσικές επιθέσεις στις ενεργειακές εγκαταστάσεις έχουν επιβαρύνει δραματικά το ηλεκτρικό δίκτυο, προκαλώντας διακοπές ρεύματος και αυξάνοντας την ανάγκη για αποτελεσματική διαχείριση των πόρων. Σε αυτό το κλίμα, ο Μίντιτς φέρεται να είχε αποκτήσει υπερβολική επιρροή σε κορυφαίους κυβερνητικούς παράγοντες, μεταξύ των οποίων και ο πρώην υπουργός Άμυνας Ρουστέμ Ουμέροφ.
Οι πολιτικές συνέπειες ήταν άμεσες, δύο υπουργοί, της Ενέργειας και της Δικαιοσύνης, υπέβαλαν τις παραιτήσεις τους έπειτα από απαίτηση του προέδρου. Ο Γέρμαν Γκαλούστσενκο, υπουργός Ενέργειας, κατηγορείται ότι είχε προσωπικό όφελος από το σύστημα που συνδέεται με τον Μίντιτς. Η προκάτοχός του, Σβιτλάνα Γκριντσούκ, δεν βρίσκεται στο επίκεντρο των ερευνών, ωστόσο τα ουκρανικά μέσα τη θεωρούν στενά συνδεδεμένη με τον Γκαλούστσενκο, γεγονός που την έφερε επίσης εκτός κυβέρνησης.





















