Το πολιτικό παιχνίδι έχει μπει για τα καλά στη φάση του υψηλού ρίσκου. Οι μαζικότερες συγκεντρώσεις της μεταπολίτευσης, το γενικευμένο κύμα οργής για τα Τέμπη και η αδυναμία της κυβέρνησης να γυρίσει το κλίμα έχουν διαμορφώσει το πιο ανοιχτό πολιτικό σκηνικό των τελευταίων χρόνων. Κόμματα και παίκτες ζυγίζουν τις μάρκες τους, άλλοι πάνε all in, άλλοι κάνουν συντηρητικά πονταρίσματα και κάποιοι περιμένουν το κατάλληλο φύλλο για να μπουν δυνατά στο τραπέζι.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ως μακροχρόνιος chip leader, παίζει προσεκτικά, αποφεύγοντας επικίνδυνες συγκρούσεις, αλλά γνωρίζει ότι η τράπουλα δεν του μοιράζει πλέον τα καλύτερα φύλλα. Η πρόταση δυσπιστίας του Ανδρουλάκη δεν τον έριξε όπως ήταν αναμενόμενο, αλλά για πρώτη φορά μια τέτοια διαδικασία δεν του προσφέρει ούτε μισό πόντο συσπείρωσης. Με τα επικοινωνιακά επιτελεία να έχουν καταλάβει πως η μόνη τακτική για να ξεπεραστεί το κλίμα οργής που διακατέχει την κοινωνία είναι η όσο το δυνατόν αποφυγή εντάσεων και αύξησης τόνων, στελέχη και ηγεσία της ΝΔ παίζουν πάσο μέχρι να δουν πώς θα εξελιχθεί η παρτίδα. Επειδή όμως οι δημοσκοπήσεις δείχνουν τις μάρκες της εκλογικής διαφοράς να μειώνονται, η Πειραιώς αναμένεται να κάνει ρελάνς και να ρίξει βαριά χαρτιά στον επερχόμενο ανασχηματισμό με την ελπίδα να ρεφάρει την χασούρα των τελευταίων μηνών.
Ο Νίκος Ανδρουλάκης που μέχρι τώρα κρατούσε χαμηλό προφίλ, αποφεύγοντας κινήσεις υψηλού ρίσκου, παρότι υπήρξαν φωνές εντός του ΠΑΣΟΚ που τον πίεζαν να κινηθεί νωρίτερα, αποφάσισε να περιμένει την κατάλληλη στιγμή. Και αυτή ήρθε μετά τις ογκώδεις διαδηλώσεις της 28ης Φεβρουαρίου, όταν κατέθεσε πρόταση δυσπιστίας. Η κυβέρνηση αναμενόμενα θα επιβιώσει, όμως ήδη πλήρωσε ένα κόστος: τη διαγραφή του Κυριακίδη και αυτό είναι ακόμα μια νίκη (έστω και μικρή) που πιστώνεται στον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ,ο οποίος μέσα από παρόμοιες μικρές αλλά συνεχείς νίκες έχει καταστήσει εαυτόν βασικό παίχτη του πολιτικού τραπεζιού.
Την ίδια ώρα σε ότι αφορά τα μικρά κόμματα, το τραπέζι έχει πάρει φωτιά. Η Αφροδίτη Λατινοπούλου, που μέχρι πρόσφατα έδειχνε να είναι σε πολιτική άνοδο, επέλεξε να μείνει μακριά από τη σύγκρουση. Αντί να ρισκάρει μια αντιπαράθεση με τον χώρο από τον οποίο αντλεί τη μεγαλύτερη μερίδα των ψηφοφόρων της, προτίμησε να περάσει αθόρυβα αυτή τη φάση. Η επιλογή της να παίξει «ντούκου» μπορεί να της εξασφαλίζει βραχυπρόθεσμα σταθερότητα, αλλά μένει να φανεί αν θα τη βρει εκτός παιχνιδιού όταν οι υπόλοιποι μοιράζουν ξανά την τράπουλα. Σε αντίθεση με τη Ζωή Κωνσταντοπούλου, που παίζει επιθετικά, πηγαίνοντας all in, ελπίζοντας ότι η συγκυρία τη βοηθά να γράψει υψηλά ποσοστά. Η επιλογή της να σηκώσει το «αντισυστημικό» λάβαρο σε μια περίοδο γενικευμένης δυσαρέσκειας μπορεί να αποδώσει ή να την αφήσει με άδειες τσέπες αν το παιχνίδι γυρίσει.
Αν υπάρχει ένας χώρος που φαίνεται να έχει παίξει λάθος τα χαρτιά του, αυτός είναι ο ΣΥΡΙΖΑ. Ο Σωκράτης Φάμελλος μπορεί να στέκεται στο ύψος των περιστάσεων, αλλά δεν καταφέρνει να κεφαλαιοποιήσει την κοινωνική δυσαρέσκεια. Την ίδια στιγμή, οι πρώην σύντροφοί του που μετακινήθηκαν στη Νέα Αριστερά βλέπουν τα δημοσκοπικά τους ποσοστά να μην απογειώνονται, παρά το γεγονός ότι οι συνθήκες θα μπορούσαν να είναι ιδανικές.
Μάλιστα, φτάνουν πληροφορίες ότι οι πιέσεις για επιστροφή των στελεχών της Νέας Αριστεράς στον ΣΥΡΙΖΑ αυξάνονται. Με τον Κασσελάκη πλέον εκτός κάδρου, το βασικό επιχείρημα ότι αποχώρησαν λόγω της ηγεσίας του έχει πάψει να ισχύει. Άλλωστε, η διατήρηση ενός κόμματος που δεν έχει μπει ακόμα σε εκλογική διαδικασία σημαίνει μόνο έξοδα, χωρίς κρατική επιχορήγηση – και αυτό δεν είναι λεπτομέρεια. Το τελευταίο το ξέρει πολύ καλά και ο ίδιος ο Στέφανος Κασσελάκης. Μετά τις πρώτες εβδομάδες κινητικότητας, έχει αρχίσει να συνειδητοποιεί τις δυσκολίες του να στήσεις έναν μηχανισμό σε όλη τη χώρα. Το κόστος είναι μεγάλο, το ενδιαφέρον μειώνεται, και ήδη υπάρχουν σκέψεις ότι ίσως το ρίσκο της συμμετοχής σε αυτή την παρτίδα δεν αξίζει.