Οι Ηνωμένες Πολιτείες ανακοίνωσαν νέο πακέτο κυρώσεων κατά της Ρωσίας, στοχοποιώντας αυτή τη φορά τις δύο μεγαλύτερες πετρελαϊκές εταιρείες της χώρας, Rosneft και Lukoil, σε μια σαφή ένδειξη αλλαγής τακτικής από τον Πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ. Ο Λευκός Οίκος παρουσίασε τα μέτρα ως μέσο πίεσης προς το Κρεμλίνο ώστε να υπάρξει πραγματική δέσμευση για ειρήνη στην Ουκρανία.
«Ήρθε η ώρα να επιτευχθεί συμφωνία. Χιλιάδες άνθρωποι πεθαίνουν», δήλωσε ο Τραμπ μετά τη συνάντησή του με τον Γενικό Γραμματέα του ΝΑΤΟ, Μαρκ Ρούτε, προσθέτοντας πως «κάθε φορά που μιλάω με τον Πούτιν, έχουμε καλές συζητήσεις, αλλά δεν οδηγούν πουθενά». Ο Αμερικανός πρόεδρος απέκλεισε για την ώρα την αποστολή πυραύλων Tomahawk στην Ουκρανία, προτιμώντας την οικονομική απομόνωση της Μόσχας από την ενεργειακή αγορά.
Το Υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ ανακοίνωσε ότι οι νέες κυρώσεις αφορούν «εταιρείες που χρηματοδοτούν τον μηχανισμό του Κρεμλίνου». Όπως επισημαίνεται στην ανακοίνωση που δημοσίευσε ο Τραμπ στο Truth Social, η Ουάσιγκτον είναι έτοιμη να λάβει περαιτέρω μέτρα «αν συνεχιστεί η άρνηση του Προέδρου Πούτιν να τερματίσει αυτόν τον άσκοπο πόλεμο».
Παρά τις επικριτικές του δηλώσεις για τη Μόσχα, ο Τραμπ εξακολουθεί να επιδεικνύει αμφίσημη στάση απέναντι στον Ουκρανό πρόεδρο. «Ελπίζω ο Πούτιν να συνέλθει και ελπίζω και ο Ζελένσκι να συνέλθει. Χρειάζονται δύο για να χορέψεις τανγκό», είπε, αφήνοντας αιχμές ότι η ευθύνη για την παράταση του πολέμου δεν βαραίνει αποκλειστικά τη Ρωσία.
Οι νέες κυρώσεις αποτελούν τα πρώτα ουσιαστικά καταναγκαστικά μέτρα της κυβέρνησης Τραμπ εναντίον της Μόσχας, πέρα από τις λεκτικές απειλές των τελευταίων μηνών. Μέχρι τώρα, ο Ρεπουμπλικάνος πρόεδρος είχε περιοριστεί σε δασμούς κατά της Ινδίας για την αγορά ρωσικού πετρελαίου, αποφεύγοντας αντίστοιχες κινήσεις προς το Πεκίνο.
Η απόφαση έρχεται λίγο μετά την επιβεβαίωση ότι η προγραμματισμένη σύνοδος κορυφής στη Βουδαπέστη μεταξύ Τραμπ και Πούτιν δεν θα πραγματοποιηθεί άμεσα. Το Κρεμλίνο υποστήριξε ότι «δεν υπάρχει λόγος για νέες συναντήσεις», ενώ ο Τραμπ απάντησε λέγοντας πως εκείνος ακύρωσε τη συνάντηση επειδή «δεν του φαινόταν σωστή η κατεύθυνση των συνομιλιών».
Η Ουάσιγκτον επανέρχεται έτσι σε γραμμή πίεσης προς τη Μόσχα, τη στιγμή που ο Πούτιν εμμένει στο αίτημά του να διατηρήσει τον πλήρη έλεγχο του Ντονμπάς ως προϋπόθεση για τερματισμό της εισβολής.
Ο Τραμπ εμφανίστηκε πάντως συγκρατημένα αισιόδοξος, λέγοντας πως «ο Πούτιν ίσως είναι τώρα πρόθυμος να διαπραγματευτεί περισσότερο και να κλείσει μια συμφωνία». Ωστόσο, η τοποθέτησή του ότι «δεν θέλουμε να έχει όλη την επικράτεια» αφήνει περιθώρια για μερική παραχώρηση εδαφών από την Ουκρανία, σενάριο που προκαλεί ανησυχία στο Κίεβο.
Η επίσκεψη του Ρούτε στην Ουάσιγκτον είχε στόχο να αποτρέψει νέα ρήξη μεταξύ ΗΠΑ και Ευρώπης αναφορικά με την πορεία του πολέμου. Μετά τη συνάντηση, ο Αμερικανός πρόεδρος επιχείρησε να στείλει μήνυμα ενότητας λέγοντας πως «η Ευρώπη έχει γίνει ένας καλός φίλος».